Έφτασε και η ώρα λοιπόν του Ghost of Tsushima: Director’s Cut αλλά πριν ξεκινήσουμε θα ήθελα να παραπέμψω όποιον επιθυμεί να εμβαθύνει, στο αναλυτικό Review που είχα ανεβάσει εδώ στο Busted για το αρχικό παιχνίδι στο PS4 (το αντίστοιχο βίντεο θα το παραθέσω και ακριβώς παρακάτω). Στο παρών κείμενο θα επικεντρωθούμε στο Director’s Cut που κυκλοφορεί από σήμερα (ήθελα να σας είχα έτοιμο το Review από χθες αλλά οι διακοπές με τράβηξαν λίγο πίσω) τόσο για PS4 όσο και για PS5. Το Ghost of Tsushima: Director’s Cut λοιπόν είναι ο ανανεωμένος open world τίτλος της Sucker Punch που κυκλοφόρησε πριν από σχεδόν ένα χρόνο, συγκεκριμένα στις δεκαεπτά Ιουλίου του προηγούμενου έτους και διηγείται την ιστορία του Jin Sakai, ενός Σαμουράι του νησιού Tsushima της Ιαπωνίας και την προσπάθεια του να αντιμετωπίσει την εισβολή των Μογγόλων, με νέο περιεχόμενο (expansion γαρ) που περιλαμβάνει την ολοκαίνουρια τοποθεσία του νησιού Iki (υπάρχει και στην πραγματικότητα το νησί) μαζί με πλήρως εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του DualSense και δη του Haptic Feedback, μηδενικούς κατά το δυνατό χρόνους φόρτωσης και άλλα καλούδια όπως Ιαπωνικό lip sync για αυτούς που θέλουν να βιώσουν μία πιο σκληροπυρηνική Ιαπωνική εμπειρία ενώ για τη χώρα μας το Director’s Cut συνεχίζει να φέρει ελληνικούς υπότιτλους και στο επιπλέον περιεχόμενο (αξίζει ακόμη μία φορά η απόδοση συγχαρητηρίων γι’ αυτό).
Ας μεταβούμε λοιπόν στο νησί Iki, που κάποιος που δεν έχει ολοκληρώσει τη βασική ιστορία μπορεί να το πράξει φτάνοντας στο δεύτερο act του αρχικού campaign. Εκεί ο ήδη εξαιρετικά δομημένος ως χαρακτήρας Jin Sakai θα έρθει αντιμέτωπος με μία νέα αλλά σχετιζόμενη με τις Μογγόλους απειλή, τη φυλή των Αετών και την ηγεσία τους αλλά με κάποιο τρόπο θα αναγκαστεί να έρθει αντιμέτωπος και με διάφορες πτυχές του παρελθόντος του. Ο Jin ήδη από το αρχικό παιχνίδι σαν χαρακτήρας είναι δομημένος με εκπληκτικό τρόπο και με ένα προφίλ που θα τον θέλαμε για γαμπρό μας (που λέει ο λόγος) αλλά στο Director’s Cut και στο επιπλέον περιεχόμενο που μας προσφέρει το νησί Iki εξελίσσεται έτι περαιτέρω κάτι που μου άρεσε πάρα πολύ. Ο Jin δεν θεωρείται άλλωστε και ο πιο καλοδεχούμενος στο νησί, για διάφορους λόγους και αυτό έχει επίδραση τόσο στην εξέλιξη των γεγονότων όσο και στη διάδρασή του με τους χαρακτήρες που θα συναντήσει εκεί. Ξέρετε ότι δεν θέλω σε καμία περίπτωση να αφήνω ή να υπονοώ spoilers ειδικά σε ιστορίες που με γοητεύουν και θα σας πρότεινα να ανακαλύψετε και αυτή είναι μία από αυτές Το νησί Iki, που σαν έκταση σε σύγκριση με το Tsushima είναι σχεδόν το ένα τρίτο με ένα τέταρτο, διαθέτει πέρα από τη δική του ποικιλομορφία ως περιβάλλον, τη δική του ιστορία με υπόβαθρο, ενδιαφέροντες χαρακτήρες και ενδιαφέρουσες δευτερεύουσες αποστολές που θα μας επιβραβεύσουν, νέες δραστηριότητες, προκλήσεις και μυστικά για να ανακαλύψουμε. Όσο και αν ήθελα να παραμείνω στη βασικές νέες αποστολές δεν γινόταν να μην με απορροφήσει ο κόσμος του και να ενδιαφερθώ το τι γίνεται στο περιβάλλον μου και τι νέο έχω να ανακαλύψω πριν προχωρήσω στην επόμενη αποστολή. Δεν κάθισα με το ρολόι στο χέρι αλλά το επιπλέον περιεχόμενο με κράτησε (και με κρατά ακόμα) απασχολημένο για περισσότερες από δέκα ώρες, κάτι που λέει πολλά (και θετικά) για την όλη φιλοσοφία και αξία του expansion που κυκλοφορεί και ως standalone. Προφανώς ο χρόνος διαφοροποιείται σημαντικά προς τα κάτω αν κάποιος πηγαίνει από τη μία βασική αποστολή στην επόμενη απευθείας και πόσο μάλιστα αν χρησιμοποιεί τακτικά fast travels, που σημειωτέο ο χρόνος που φορτώνουν είναι απειροελάχιστος μερικές φορές ακόμα και σχεδόν στιγμιαίος.
Στα του Gameplay το Ghost of Tsushima ξεχώριζε από πέρυσι για τους εκπληκτικούς μηχανισμούς και τη γενικότερη αίσθηση ειδικά στη μάχη ενώ η Sucker Punch φρόντισε να ενισχύσει ελαφρώς κάποιους μηχανισμούς, εντάσσοντας κάποιους νέους αλλά και νέο εξοπλισμό. Και πάλι όμως επιμένω στο «ελαφρώς» καθώς οι επεμβάσεις σε αυτό τον τομέα φαντάζουν περισσότερο «χειρουργικές» για να δώσουν το κάτι παραπάνω στην εμπειρία και να διορθώσουν τις όποιες αρνητικές λεπτομέρειες. Άλλωστε «ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει» λένε και οι αθρόες παρεμβάσεις και προσθήκες πιθανώς να οδηγούσαν σε αποσυντονισμό και ανισορροπία. Αυτό που μου έκανε όμως την πιο μεγάλη εντύπωση είναι το Haptic Feedback του DualSense και πως η Sucker Punch φρόντισε να το ενσωματώσει στο παιχνίδι. Από την αίσθηση στις μάχες και τη διασταύρωση των όπλων μέχρι την επαναφορά του Katana στη θήκη του και τη δυναμική εναλλαγή των καιρικών συνθηκών. Όλα τα ένιωθα στα χέρια μου και η εμπειρία πραγματικά είναι μοναδική που ευτυχώς δεν συνηθίζεται. Αξίζει να επισημάνω ακόμη ότι όσον αφορά τα γραφικά του Ghost of Tsushima: Director’s Cut πέρα του ότι είναι πανέμορφα, στο PS5 που έπαιξα τον τίτλο η ανάλυση φτάνει δυναμικά 4K ενώ τα 60 frames per second φωνάζουν παρών και δένουν το όλο πακέτο εκπληκτικά. Όσοι είχατε παίξει το Ghost of Tsushima στο PS5 μέσω backwards compatibility καταλαβαίνετε σε μεγάλο βαθμό τι εννοώ. Επίσης, κάτι που μου έκανε ακόμη εντύπωση, στο Review του Ghost of Tsushima είχα αναφέρει ότι το νησί του Tsushima θα μπορούσε να είναι λίγο πιο «ζωντανό» σχετικά με την άγρια φύση και τα npcs, κάτι που φαίνεται ότι αντιλήφθηκε και η ίδια η Sucker Punch και ήρθε να διορθώσει στο νησί του Iki, το οποίο σίγουρα δείχνει πιο «ζωντανό» και από αυτή την οπτική.
Επιπλέον, αξίζει να επισημάνω κάτι που δεν είχε επισημανθεί στο αρχικό Review γιατί πολύ απλά δεν υπήρχε τότε και αφορά το Multiplayer Mode του Ghost of Tsuhsima, Legends με την μεγάλη αναβάθμιση σε αυτό το κομμάτι να αναμένεται το Σεπτέμβριο (δωρεάν για όλους τους κατόχους) με νέο δύο εναντίον δύο mode κι άλλο περιεχόμενο. Το Legends δεν ήταν κομμάτι του αρχικού παιχνιδιού και κυκλοφόρησε αργότερα (αναμένεται μάλιστα και standalone εκδοχή τον επόμενο μήνα) αλλά αποδείχθηκε ότι είναι αρκετά διασκεδαστικό και ειδικότερα το survival mode. Παρόλα αυτά με ξέρετε ότι συνήθως δίνω μεγαλύτερο βάρος στη sinle player εμπειρία αλλά δεν γινόταν να μην αναφερθώ στο Legends από τη στιγμή που είναι παρών στο Director’s Cut από το λανσάρισμα.
Ολοκληρώνοντας, το Ghost of Tsushima: Director’s Cut πάει ένα βήμα παραπέρα ένα ήδη υπέροχο παιχνίδι και θα τολμήσω να πω πως αποτελεί ένα από τα καλύτερα open worlds εκεί έξω. Παρόλα αυτά αν το αρχικό Ghost of Tsushima για κάποιο λόγο δεν σας είχε γοητεύσει, το Director’s Cut δύσκολα θα σας αλλάξει γνώμη. Για μένα οι εξαιρετικές κύριες και δευτερεύουσες αποστολές σε συνδυασμό με όλη την εξερεύνηση που προσθέτει και προστάζει το Director’s Cut δικαιολογεί πλήρως την παρουσία του και δεν πρέπει να λείπει από τη συλλογή σας.
Ευχαριστούμε την Sony PlayStation Ελλάδας για τη διευκόλυνση πραγματοποίησης του Review.
Τι σημαίνουν οι βαθμολογίες στο Busted
Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!