Το Silent Hill σαν franchise θεωρείται ως ένα all-time classic στην κατηγορία των survival horror και αν θέλετε να το «απλώσω» περισσότερο, ως ένα από τα καλύτερα franchises στο χώρο του gaming γενικά (τουλάχιστον για μένα). Την τελευταία δεκαετία και παραπάνω, η Konami το είχε κλειδώσει δύο και τρεις φορές σε κάποιο συρτάρι για κάποιο λόγο και το ξέχασε, όπως και άλλα βέβαια που έχει στην κατοχή της μέχρι να της έρθει η επιφοίτηση να δώσει στην Bloober Team (γνωστή για τα επίσης horror Layers of Fear και The Medium) την ευθύνη να επαναφέρει και να μας επανασυστήσει ένα από τα αγαπημένα παιχνίδια της σειράς, αν όχι το πιο αγαπημένο για τους περισσότερους, το Silent Hill 2 μέσω Remake. Να θυμίσω πως η τελευταία «μεγάλη» κυκλοφορία στη σειρά ήταν με το Downpour το 2012 στα PS3 και Xbox 360, ανεπτυγμένο από το τσέχικο στούντιο Vatra και το τελικό αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό (αν και εγώ το έπαιξα σχετικά ευχάριστα θεωρούμε συντριπτική μειοψηφία). Στο ίδιο μήκος κύματος και η HD Collection που κυκλοφόρησε το ίδιο έτος, ενώ περιείχε τα δύο τελευταία παιχνίδια της κλασσικής τριλογία ως remaster με θυμάμαι να τα εγκαταλείπω γιατί ο χρόνος που είχε περάσει από την αρχική κυκλοφορία τους και η μηδαμινή προσπάθεια εκσυγχρονισμού από την εταιρεία το έκανε πολύ «βαρύ» για τα γούστα και την υπομονή μου. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και αναφερόμενος λοιπόν σήμερα στο Remake του Silent Hill 2 θα μπορούσα να αναφέρομαι και σε ένα «θαύμα»!
Το αρχικό Silent Hill 2 το γνωρίσαμε το (πολύ) μακρινό 2001, την εποχή του PlayStation 2 και εφόσον στην παρούσα εκδοχή του συναντούμε το Remake του η υπέροχη μελαγχολική ιστορία του, τόσο σε αφήγηση όσο και σε αποτύπωση του γενικότερου κλίματος δεν παρουσιάζει μεταβολές. Τα γεγονότα διαδραματίζονται στην μικρή και ερημωμένη πόλη του Silent Hill, η οποία είναι σκεπασμένη από ένα πέπλο πυκνής ομίχλης, έτσι για να μας κάνει να σφιγγόμαστε από τα πρώτα λεπτά. Ο πρωταγωνιστής μας είναι ο James Sunderland, ο οποίος λαμβάνει ένα γράμμα από τη σύζυγό του προκειμένου να τον συναντήσει στη πόλη που έχει διαγραφεί από τους ταξιδιωτικούς οδηγούς αλλά υπάρχει ένα θέμα. Η γυναίκα του έχει πεθάνει προ πολλού επομένως οπλισμένος με πολύ θάρρος και απύθμενη ελπίδα πηγαίνει χωρίς να τον νοιάζουν και πολλά, όσο έχει ακόμα ελπίδα. Εκεί αρχίζει να εξερευνάει την πόλη και να συναντά όλα τα πλάσματα που έχουν βγει από αρρωστημένους εφιάλτες μαζί με κάποιους ενδιαφέροντες χαρακτήρες που θα προσθέσουν μυστήριο στην ήδη μυστηριώδη πλοκή του παιχνιδιού. Έχουμε φυσικά και τον καταδιώκτη μας και σήμα κατατεθέν ολόκληρης της σειράς, Pyramid Head, τον όποιο τρέμουν τα γονατάκια μας κάθε φορά που αντιλαμβανόμαστε ότι θα συναντήσουμε. Σημείωση πρώτη για τον φίλο μας, μου άρεσε η νέα σχεδιαστική προσέγγιση που δεν αλλάζει κάτι δραματικά μεν αλλά για κάποιο λόγο είχε συζητηθεί και δεύτερη σημείωση είναι ότι σκέφτηκα κάποια στιγμή ενώ τον είχα απέναντί μου ότι ένας gamer των τελευταίων πέντε ή ακόμα και δεκαπέντε χρόνων γνωρίζει τι πραγματικά σημαίνει ή ακόμα και ποιος είναι ο Pyramid Head που μας χάρισε ουκ ολίγους εφιάλτες σε τρυφερή ηλικία στα νιάτα μας; Κλείνω την θεωρητική παρένθεση και το φιλοσοφικό ερώτημά μου και συνεχίζω.
Στην παρουσίαση και στα του gameplay προφανώς και οι ανάγκες μεταφοράς του στη σύγχρονη εποχή δηλώνουν όπως είναι λογικό ότι δεν πρόκειται για μια ακριβή αναπαράσταση του αρχικού παιχνιδιού και αλλαγές έχουν γίνει. Ορθά για μένα γιατί μεγάλο μέρος των παικτών θα το παίξουν για πρώτη φορά αλλά και εμείς οι πιο «νοσταλγοί» και να μιλήσω περισσότερο για τον εαυτό μου θα πω ψέματα αν πω ότι μετά από δύο περίπου δεκαετίες θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες από τότε. Αναφέρομαι περισσότερο στους γρίφους, όπου κάποιοι έχουν αντικατασταθεί με εντελώς νέους ή άλλοι έχουν διαφοροποιηθεί με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Υπάρχει λιγότερη έμφαση στην επίλυση πιο ξεκάθαρων γρίφων και απαιτούν περισσότερη εξερεύνηση του χάρτη για την εύρεση αντικειμένων. Αυτό από τη μία είναι ένας λόγος που εκτοξεύεται η συνολική διάρκεια του τίτλου στη σχεδόν διπλάσια από του αρχικού αλλά από την άλλη γιατί το παιχνίδι βασίζεται πολύ στην επίλυση γρίφων για να προχωρήσουμε αντιλαμβάνομαι και όσους τα βρήκαν σκούρα δηλώνοντας κουρασμένοι από τη συνεχή αναζήτηση αντικειμένων και του τι πρέπει να κάνουν. Δεν ισχύει στη δική μου περίπτωση, το παιχνίδι είναι απολαυστικό αλλά όπως είπα κατανοώ αυτή τη μερίδα παικτών που κατά βάση είναι νέοι στη σειρά.
Επίσης, η κάμερα έχει έρθει πιο κοντά στον πρωταγωνιστή μας, πάνω από τον ώμο, όπως απαιτεί ένας σύγχρονος third person τίτλος που σέβεται τον εαυτό του. Αυτό έχει ως συνέπεια να βοηθήσει το σύστημα μάχης, το οποίο διατηρείται σχετικά αργό και «βαρύ» αλλά το αισθάνεσαι πολύ καλύτερα, ειδικά κραδαίνοντας ένα πυροβόλο όπλο. Άλλωστε και ο James δεν είναι κανένας ΟΥΚάς αλλά ένας απλός τύπος που ψάχνει τη γυναίκα του. Επομένως έχει πολύ μεγάλη σημασία η επιτυχία αποτύπωσης του ότι προφανώς δεν αισθάνεται άνετα με ένα όπλο στα χέρια του ή με ένα καδρόνι. Ακόμα και το reloading του όπλου απαιτεί χρόνο και πρέπει να έχουμε υπολογισμένες τις ενέργειες μας στη μάχη αφού αν αστοχήσουμε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το «πλασματάκι» από απέναντι να μας δώσει τη χαριστική βολή. Κάτι ακόμα που θέλω να επισημάνω είναι η εξαιρετική αίσθηση ή καλύτερα η παρόρμηση που καταφέρνει να δημιουργήσει η Bloober Team στο Remake προκειμένου να εξερευνήσουμε κάθε σπιθαμή του Silent Hill και των φανταστικών τοποθεσιών που οδηγούμαστε είτε για να βρούμε το αντικείμενο που ψάχνουμε είτε απλά για σφαίρες και ιατρικά, χωρίς να έχουμε υποδείξεις από σημάδια, δείκτες και λοιπά συναφή.
Τεχνικά, το παιχνίδι είναι πραγματικά next gen συγκρινόμενος απευθείας με πολύ κορυφαίους AAA τίτλους. Ανεπτυγμένο με τη χρήση της Unreal Engine 5 το λες άνετα και eye candy. Από τους χαρακτήρες και μέχρι τις εμβληματικές τοποθεσίες του Silent Hill 2 είναι όλα εντυπωσιακά. Ηχητικά είναι άκρως απολαυστικό επίσης, με καλλιτέχνες του αρχικού παιχνιδιού να συμβάλλουν ενεργά και στο Remake, με εξέχοντα φυσικά των συνθέτη Akira Yamaoka. Εντυπωσιακή είναι ακόμα η ενσωμάτωση των μοναδικών χαρακτηριστικών του DualSense στο PS5, haptic feedback, adaptive triggers και το ενσωματωμένο ηχείο του χειριστηρίου σε κάνουν να τα νιώθεις όλα και με τον τρόπο που πρέπει. Σίγουρα κάτι που συμβάλλει σημαντικά στη γενικότερη τρομακτική ατμόσφαιρα του τίτλου. Τα παράπονά μου έχουν να κάνουν με κάποια μικροπροβλήματα στον οπτικό τομέα, ειδικά σε κάποια transitions ή σχετικά με την πυκνή ομίχλη που είναι διάχυτη σχεδόν παντού. Τίποτα τραγικό ή κάτι που δεν μπορεί να διορθωθεί μέσω updates αλλά από τη στιγμή που τα είδα και να επαναλαμβάνονται πάνω από μία φορά δεν γινόταν να μην τα αναφέρω.
Ολοκληρώνοντας, ξεφεύγοντας από τη συμπάθεια μου στο franchise του Silent Hill και του είδους γενικότερα, το υλικό που είχα δει πριν την κυκλοφορία του μου είχε φανεί λίγο «άγαρμπο» ή διαφορετικά, ανεπτυγμένο λίγο «χοντροκομμένα». Ευτυχώς το τελικό αποτέλεσμα διέψευσε τις αρχικές εκτιμήσεις μου, η Bloober Team έκανε εξαιρετική δουλειά και την ανέβασε στις συνειδήσεις και στα μάτια των παικτών αλλά και ολόκληρης της βιομηχανίας σε στούντιο ανάπτυξης AAA τίτλων που οι παίκτες θα προσδοκούν νέο τίτλο από τα χέρια της. Κατάφερε να επανασυστήσει ένα αριστουργηματικό παιχνίδι του 2001, με σεβασμό στα «δομικά» του στοιχεία, είκοσι τρία ολόκληρα χρόνια μετά, κρατώντας το επίπεδο στο υψηλότερο σημείο.
Ευχαριστούμε τις Konami και CD Media για τη διευκόλυνση πραγματοποίησης του Review.
Τι σημαίνουν οι βαθμολογίες στο Busted
Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!