Ήμουν ούτε δώδεκα χρονών πίσω το 1999 όταν είχα φορτώσει την τσέπη μου με δέκα χιλιάδες δραχμές, όλες οι οικονομιές από γιορτές και όχι μόνο, και είχα κατευθυνθεί προς την πλατεία της επαρχιακής μου πόλης για να επισκεφθώ την τότε αλυσίδα καταστημάτων ηλεκτρονικών One Way Stores, αν θυμάμαι καλά όπως λεγόταν, προκειμένου να αγοράσω το Resident Evil 2 για τον καινούριο και πρώτο υπολογιστή που είχαν πάρει οι γονείς μου στον μεγαλύτερο αδερφό μου, τον οποίο μάλιστα είχαμε εξοπλίσει με την κάρτα γραφικών που άκουγε στο όνομα Voodoo Banshee της 3dfx. Δεν μπορώ παρόλα αυτά να θυμηθώ που είχα ανακαλύψει ή που είχα πληροφορηθεί καλύτερα για το Resident Evil 2 και μου είχε τραβήξει τη προσοχή, μιας και το ίντερνετ ήταν μία πολύ αργή πολυτέλεια τότε και η ενημέρωση ερχόταν κατά ένα τεράστιο ποσοστό μέσα από τον έντυπο τύπο. Φτάνοντας λοιπόν στο κατάστημα και στον stand με όλα τα καινούρια παιχνίδια για PC, έρχομαι αντιμέτωπος με την μεγάλη χάρτινη συσκευασία του Resident Evil 2 και ήταν σαν να ξεκίνησε ένας νεανικός έρωτας με τη πρώτη ματιά. Έρωτας που όμως γρήγορα μπήκε σε μπελάδες καθώς κοιτώντας στην δεξιά πάνω γωνία της συσκευασίας την τιμή είδα ότι κόστιζε έντεκα χιλιάδες δραχμές ενώ εγώ είχα μόλις δέκα. Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφασίζω να κάνω τη διαδρομή πίσω μέχρι το σπίτι με τα πόδια, η οποία δεν ήταν ούτε μικρή ουτέ αμελητέα καθώς το πήγαινε έλα συμπλήρωνε στο κοντέρ πάνω από πέντε χιλιόμετρα, προκειμένου να “δανειστώ” ένα χιλιάρικο από το πορτοφόλι της μητέρας μου ενόσω αυτή μαγείρευε. Να μην σας τα πολυλογώ το παιχνίδι τελικά το απέκτησα και μαζί με τον αδερφό μου λιώσαμε και τα δύο δισκάκια που τροφοδοτούσε η Capcom τις συσκευασίες ακόμα και όταν χρειάστηκε να εκτύπώσουμε οδηγό για το παιχνίδι. Κατά αυτό το τρόπο ήθελα να δείξω πως χτίζεται μέσω τρυφερών αναμνήσεων μία σχέση μεταξύ ενός gamer από μικρή ηλικία με ένα franchise που θα θυμάται και θα αγαπά όπως φαίνεται για πολλά χρόνια. Έκτοτε κυκλοφόρησαν αρκετές συνέχειες και spin-offs του Resident Evil, στις περισσότερες στις οποίες έμεινα πιστός ακόμα και όταν μετά το Resident Evil 4 άρχισε να χάνει την ταυτότητας της η σειρά, γυρνώντας το στο πιο action στοιχείο, με τα Resident Evil 5 και 6 να έχουν δεχθεί κριτική όσον αφορά αυτό το κομμάτι αλλά να τα πηγαίνουν όμως αρκετά καλά σε πωλήσεις, τηρουμένων πάντα των αναλογιών. Δεν ήταν κρυφή επιθυμία όμως πως οι πιστοί της σειράς θέλαμε την επιστροφή του Resident Evil στις survival horror ρίζες της και η Capcom, ακούγοντας πολλά, αποφάσισε να το πράξει στο Resident Evil VII Biohazard. Αν τα κατάφερε τελικά θα το ανακαλύψουμε ευθύς αμέσως.
Στα πλαίσια αυτής της εσωτερικής αναζήτησης ταυτότητας, η Capcom έδειχνε μετά την κυκλοφορία και του Resident Evil 6 να τα έχει χαμένα ψάχνοντας τρόπους να επανέλθει πέρα από τις πωλήσεις και στο υψηλότερο βάθρο στη συνείδηση των οπαδών της σειράς. Κάπου εκεί κάνουν την εμφάνισή τους oι Kojima και Guillermo Del Toro και μας παρουσιάζουν το P.T., έναν πρόλογο ή μια ιδέα καλύτερα του επερχόμενου Silent Hills, που δείχνει να επαπροσδιορίζει το horror είδος στο gaming. Το γενέθλιο δώρο στην Capcom όμως ήρθε από την Konami όταν ακύρωσε το Silent Hills, έπειτα από το διαζύγιο με τον Kojima. Τι σχέση έχει το P.T. με το Resident Evil VII Biohazard; Εν τέλει, ελάχιστη αλλά δεν μπορώ να διανοηθώ πως η Capcom δεν επηρεάστηκε από την αισθητική του P.T. και σαν άλλος μπασκετμπολίστας που αποτελείται από κράμα Διαμαντίδη και Σπανούλη δεν έκανε το μπάσιμο και το κάρφωμα στην ήδη ενθουσιασμένη και διψασμένη, για εφάμιλλο με το ακυρωμένο horror παιχνίδι, gaming συνείδηση.
Όσοι λοιπόν γνωρίζετε τι εστί P.T. ή όσοι ασχοληθήκατε με το Demo του Resident Evil VII Teaser: Beginning Hour που υπήρχε διαθέσιμο και ανανεωνόταν για αρκετό καιρό οφείλετε να γνωρίζετε πως η Capcom μεταπήδησε από την προοπτική τρίτου προσώπου σε πρώτου ενώ, για να περάσουμε στο ολοκληρωμένο παιχνίδι, το σενάριο του Resident Evil VII Biohazard μας τοποθετεί στα παπούτσια του Ethan Winters, ο οποίος λαμβάνει ένα μήνυμα από την κοπέλα του, Mia, που αγνοείται για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και αναλαμβάνει να πάει να τη βρει. Στην αναζήτησή του όμως καταλήγει στη Louisiana, εγκλωβισμένος στην οικία των Bakers και εδώ σταματώ την αφήγηση της ιστορίας καθώς σαν εμπειρία στηρίζεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό σε αυτήν και τα spoilers που μπορεί να δεχθείτε, από όπου και αν προέρχονται και σε οποιοδήποτε βαθμό, θα σας την χαλάσουν. Αυτό που θέλω να πω σύμφωνα με την ερώτηση που δέχθηκα περισσότερο είναι το κατά πόσο έχει σχέση το Resident Evil VII Biohazard με το ιστορικό υπόβαθρο της σειράς. Η αλήθεια είναι πως μέσα στο πρώτο τρίωρο από το συνολικό οχτάωρο που διαρκεί “μία περασιά” της ιστορίας έκανα μέσα μου την ίδια ερώτηση αλλά αν χωρίζαμε το παιχνίδι σε τρεις ισομερείς φάσεις, η δεύτερη λιγότερο και η τρίτη φάση περισσότερο συνδέουν τις καταστάσεις που βιώνουμε και ανακαλύπτουμε με το σύμπαν του Resident Evil.
Το Resident Evil VII Biohazard διδάσκει με σεμιναριακό τρόπο το τι εστί survival horror και δεν το κρύβω ότι ενθουσιάζομαι όταν παιχνίδια αυτού του είδους καταφέρνουν να χτίσουν την ένταση μαεστρικά σπιθαμή προς σπιθαμή. Στα συστατικά του μέρη του, ναι υπάρχουν όπλα, που δεν επιδέχονται αναβαθμίσεις για χάρη του ρεαλισμού αλλά η ποικιλία είναι ικανοποιητική, από πιστόλια μέχρι ρουκετοβόλα και με τα πυρομαχικά να μην παρουσιάζουν αφθονία ακόμα και στο easy mode. Κάθε σφαίρα που ρίχνετε πρέπει να την μετράτε και να στοχεύετε που θα την ρίξετε προκειμένου να κάνετε οικονομία. Το inventory είναι άμεσα προσβάσιμο χωρίς να γίνεται pause και μερικώς επεκτάσιμο ενώ συναντούμε και αντικείμενα σταθμούς στο Resident Evil, όπως για παράδειγμα τα herbs για αναζωογόνηση καθώς κα την δυνατότητα να κάνουμε combine διάφορα υλικά. Στα πλήκτρα του d-pad, στον κοινό σταυρό δηλαδή του χειριστήριου, μπορούμε να αντιστοιχίσουμε από ένα όπλο για άμεση εναλλαγή, η οποία κρίνεται σωτήρια όταν κατά τη διάρκεια μιας μάχης ξεμείνουμε από σφαίρες. Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως υπάρχουν αρκετές στιγμές μέσα στο παιχνίδι που βρισκόμαστε τελείως “ξεβράκωτοι” από όπλα αλλά πιο σημαντικές είναι οι στιγμές που κρατάμε έστω και ένα μαχαίρι και το αίσθημα ανασφάλειας περιορίζεται στο ελάχιστο. Από εκεί και πέρα η κίνηση του χαρακτήρα μας περιορίζεται σε περπάτημα, σε όρθια και σε σκυφτή στάση και σε ελαφρύ τρέξιμο, αυτά. Όπου χρειάζεται ανάβαση ή κατάβαση αναλαμβάνει ρόλο το εκπληκτικό animation ενός άρτια τεχνικά τίτλου που θα σας περιγράψω ακριβώς παρακάτω.
Παιρνώντας λοιπόν στο τεχνικό κομμάτι του Resident Evil VII Biohazard, μπορώ να πω με βεβαιότητα πως είναι από τους πιο όμορφους και ρεαλίστικούς τίτλους που έχω παίξει τα τελευταία χρόνια. Προς αυτή τη κατεύθυνση βοηθά η εξαιρετική νέα RE Engine της Capcom που είναι υπεύθυνη για τα απαράμιλλης ομορφιας και λεπτομέρειας γραφικά του τίτλου. Εάν θέλω να είμαι δίκαιος όμως οφείλω να αναφέρω κάποια ελάχιστα textures που είναι χαμηλής ποιότητας ή κάποια textures που κατά τη διαδικασία της φόρτωσης μπορεί να σας φανούν χαμηλής ποιότητας σε πρώτο χρόνο. Τα 60 καρέ το δευτερόλεπτο τα οποία μένουν κατά βάση σταθερά, τουλάχιστον στο PS4 μιας και στο Xbox One παρουσιάζονται μεταπτώσεις, δημιούργουν μία ομαλότατη εμπειρία. Αξίζει να αναφέρω πως ο τίτλος φτιάχτηκε με γνώμονα την χρήση και του PlayStation VR Headset, εφόσον το επιθυμεί ο παίκτης, και γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν σημεία και σκηνές προκειμένου να ενισχύσουν την εμπειρία της εικονικής πραγματικότητας.
Γιατί το Resident Evil VII Biohazard κυκλοφορεί από τις 24 του Γενάρη και έχει γίνει χαμός τόσο στα social media όσο και από youtubers όσον αφορά την αξία του παιχνιδιού, την οποία σας επιβεβαιώνω και μέσα από εδώ πως είναι μεγάλη, έψαξα να βρω μικρά πραγματάκια μέσα από τη συνολική μου εμπειρία που για κάποιους μπορεί να είναι κι αρνητικά. Κι εξήγουμαι, για παράδειγμα οι εχθροί εκτός των πολύ δυνατών και αξιομνημόνευτών bosses διαφοροποιούνται σε δύο ειδών, όπως σας είπα δεν θα μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες για να μην χαλάσω την αφηγηματική εμπειρία. Επίσης, η διάρκεια των 8 ωρών για ένα πέρασμα στο easy και χωρίς να βιάζεται κάποιος ιδιαίτερα ίσως θεωρηθεί για κάποιους μικρή ενώ στο ξεδίπλωμα της ιστορίας υπήρχαν μικρές απειροελάχιστες στιγμές που μπορούσα να πω ότι εμφάνιζε σημάδια “κοιλιάς”. Παρόλα αυτά οφείλω να διευκρινήσω πως υπάρχουν λόγοι αρκετοί για να ξαναγυρίσετε πίσω στο παιχνίδι και να το ξαναπαίξετε, όπως είναι το alternative ending ή τα χαμένα συλλεκτικά αντικείμενα που δεν καταφέρατε να εντοπίσετε την πρώτη φορά ενώ αν συνδυάσουμε και το έξτρα περιεχόμενο που θα προστεθεί με τον καιρό ακόμα και δωρεάν τότε η κατάσταση διορθώνεται.
Εκεί που θέλω να καταλήξω με το Resident Evil VII Biohazard είναι ότι αν πήρε το μάτι σας ή το αυτί σας να αναφέρονται σε αυτό με διθυραμβικά σχόλια τότε καλά αντιληφθήκατε. Ο νέος εκπρόσωπος της σειράς Resident Evil έκανε αυτό που λίγοι περιμέναμε, επέστρεψε στις survival horror ρίζες και όχι μόνο αλλά κατάφερε να κάνει και το βήμα παραπάνω. Για μένα θεωρείται ένας από τους καλύτερους και πιο ενδιαφέροντες τίτλους που έπαιξα σε αυτή τη γενιά και δεν θα πρέπει να λείπει από καμία συλλογή. Εάν περιμένετε να τρομάξετε με το Resident Evil VII Biohazard προσθέστε και κάτι παραπάνω σε αυτή την αναμονή. Υπήρξαν στιγμές που ήθελα να αφήσω το χειριστήριο από τα χέρια και όχι γιατί υπήρχε κάποιο από τα πολλά επιτυχημένα jump scares αλλά γιατί η κλειστοφοβική αίσθηση και οι μεθοδικά τοποθετημένοι ήχοι περιβάλλοντος που ακουγόταν στο headset μου κάνανε τους παλμούς μου και την ένταση στο κεφάλι μου να ανεβαίνουν. Το Resident Evil VII Biohazard λοιπόν κυκλοφόρησε, η Capcom έκανε το θαύμα της ξεπερνώντας κάθε προσδοκία και προσδοκώ αντίστοιχη και ακόμα δυνατότερη συνέχεια. Εάν έπρεπε να δώσω ένα μπράβο για την προσπάθεια και το αποτέλεσμα εδώ είναι μία πολύ καλή ευκαιρία.
[vc_row][vc_column width=”1/2″]Είδος Παιχνιδιού: Survival Horror
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 24/01/2017
Κυκλοφορεί για: PS4, Xbox One, PC
Διάθεση για την Ελλάδα: CD Media
Εταιρεία Ανάπτυξης: Capcom
Εκδότρια Εταιρεία: Capcom
Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!