
Έχω ακούσει πολλούς από εμάς να αναφέρουν συνέχεια τη φράση «πού πήγε το πραγματικό gaming». Χιλιάδες είναι οι εταιρείες που προσπαθούν να καταξιωθούν όπως πολλές είναι και οι εταιρείες που προσπαθούν να παραμείνουν στη κορυφή. Οι δυσκολίες πολλές και συνήθως ο δρόμος είναι κακοτράχαλος. Πλέον, εν έτη 2019, για να καταξιωθείς χρειάζεται πέρα από σκληρή δουλειά, timing, χρήματα, τύχη και πρωτοτυπία. Κάποιοι λένε ότι δεν υπάρχει παρθενογένεση. Δε θα διαφωνήσω. Άλλωστε σπάνια υπήρχε. Πάντα κάποιος επηρεαζόταν από τον άλλον για να συνεχίσει και να ανακαλύψει κάτι. Γιατί να μην δεν ισχύει και στα games αυτό; Τόσα και τόσα games, έχουν ατμοσφαιρικό και «κουλτουριάρικο» περιεχόμενο, γιατί αυτό να διαφέρει. Το Blasphemous μας κέρδισε από τις πρώτες στιγμές που παρουσιάστηκε από την Game Kitchen στο Kickstarter. Η «κουζίνα των games» προσπάθησε να μας κερδίσει με τις αποτρόπαιες εικόνες. Με τη μοιρολατρία, το σκοταδισμό και τον εκκλησιαστικό μεσαίωνα. Μία μίξη αληθινού και φανταστικού. Εικόνες από τους χειρότερους εφιάλτες μας. Συμβολισμοί, αίμα. Ποιος δε θα παρέμενε έστω και 10 δευτερόλεπτα στη σελίδα αυτή, στον κόσμο του Blasphemous. Ένα κόσμο βλάσφημο και ταυτόχρονα θεάρεστο στα μάτια του gamer. Metroidmania; Ίσως. Dark Souls επιρροές; Ίσως. Πάντως η Game Kitchen προσπάθησε να κάνει το καλύτερο.
Σεναριακά το Blasphemous δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από οποιαδήποτε game, που να έχει σχέση με Ιερά Εξέταση, Μεσαίωνα κλπ. Απλά πράγματα με τον πρωταγωνιστή μας, Penitent One να πρέπει να καταστρέψει το Miracle στο σκοταδιστικό κόσμο της Cvstodia. Σενάριο χωρίς κενά αλλά σίγουρα χωρίς το απαιτούμενο βάθος. Βέβαια η εξυπνάδα έγκειται στο γεγονός ότι η εταιρεία φέρθηκε αρκετά ευέλικτα και δεν μας τα έδωσε όλα στο πιάτο από την αρχή. Αφού αποφάσισαν να παίξουν με λιτό σενάριο, προσπάθησαν μέσω των collectibles και των διάφορων στοιχείων που βρίσκεις κατά τη διάρκεια του τίτλου, να κρατήσουν το ενδιαφέρον του παίκτη μέχρι το τέλος. Και τα κατάφεραν. Παρότι είχαμε μυριστεί το τέλος, σίγουρα μας άρεσε το γεγονός ότι ανά 10 λεπτά παίρναμε και ένα νέο στοιχείο στα χέρια μας. Πάντως πέσαμε μέσα για το ending. Μαντέψτε ποιο θα είναι.
Στα του Gameplay τώρα, το Blapshemous ακολουθεί μία περπατημένη οδό. Ένα άλμα και όχι διπλό. Ένα χτύπημα για το basic damage, μαγείες η οποίες ξεκλειδώνονται σταδιακά και αντικείμενα που σε βοηθούν στην ανάπτυξη και όχι μόνο. Το σίγουρο είναι ότι η εταιρεία κάτι περισσότερο θα έπρεπε να είχε κάνει τουλάχιστον όσον αφορά τη ποικιλία των χτυπημάτων. Όμως από την άλλη τι. Σαν τι να περιμέναμε από ένα Platform 2D. Θυμάστε μήπως γιατί παίζαμε μικροί τα Cadilacs ή τα Captain Commando με ατελείωτα κατοστάρικα και κέρματα να φεύγουν από το χαρτζιλίκι μας; Για το ξύλο. Ναι κύριοι και κυρίες! Για να σκοτώνουμε ανθρωπάκια όπως έλεγα μικρός. Ε λοιπόν ναι. Στο Blasphemous πήρε φωτιά το πληκτρολόγιο. Την είδα alternative Diablo. Απλό, σεμνό, κατανοητό 2D Gameplay. Για μικρά παιδιά; Λάθος! Είναι αρκετά δύσκολο καθώς οι άνθρωποι της Game Kitchen, στα διαλείμματα τους πρέπει να έπαιζαν Bloodborne ή παράγγελναν αγάλματα του Dark Souls.
Δυσκολευτήκαμε και μάλιστα αρκετά για κάποιο λόγο. Ένα βήμα λάθος. Ένα λάθος στο Parry. Ένα αλλόκοτο χτύπημα μπορεί να σε σκοτώσει. Να χτυπήσεις και να πέσεις σε λάκκο με καρφιά. Αρκετοί οι τρόποι για να πεθάνεις. Και το αστείο είναι ότι πολλές φορές τα Checkpoints είναι μακριά. Τόσο μακριά που ίσως κάποιους τους εκνευρίσουν. Πίσω στο gameplay λοιπόν και στο γεγονός ότι έχουμε potions για να αναπληρώσουμε τη χαμένη μας ενέργεια. Έχουμε κλασσικά μία life bar και μία mana bar και αδειάζουν με τους γνωστούς τρόπους. Αυτό είναι που πολλές φορές με φέρνει σε κόντρα με αρκετούς. Τι ακριβώς θέλουμε επιτέλους από τα games. Μήπως θέλουμε κατά βάθος να μπούμε εμείς μέσα στα Pixels; Νομίζω πως μόνο τότε θα είμαστε χαρούμενοι.
Το Blasphemous είναι ένας τίτλος που σχεδιαστικά διαφέρει από τους υπόλοιπους. Σουρεαλιστικά σκηνικά, μεσαιωνικοί ήχοι και ένα περιβάλλον αφιλόξενο. Αρκετά αφιλόξενο. Αίμα και απαίσια τέρατα κάνουν την εμφάνιση τους, μπερδεύοντας τον παίκτη αν πραγματικά ζει εφιάλτη. Απίθανα χρώματα με τις αποχρώσεις του σκούρου και του μαύρου να κυριαρχούν. Οι φορές που είδαμε λευκό ή φωτισμούς, ξέραμε ότι κάτι καλό θα υπάρχει εκεί. Και να σκεφτεί κανείς ότι μεγάλο μέρος του παιχνιδιού εξελίσσετε μέσα σε ναό. Ναό! Μπουντρούμια, κρεματόρια, κατεστραμμένα κτίρια. Αλλοιωμένοι άνθρωποι που μόνο με ανθρώπους δεν μοιάζουν. Τέρατα, και νεκροί που κρατάνε στη πλάτη τους τάφους τους. Όλα είναι τόσο τρομακτικά που σκέφτομαι πόσο πέραση θα είχε αν η Game Kitchen είχε τη τύχη να εκδώσει το παιχνίδι το 1995. Απλά σκεφτείτε το για λίγο. Μήπως θα είχε γίνει λίγο πανικούλης; Μήπως;
Κάτι που πραγματικά με κέρδισε στο Blasphemous ήταν η μουσική και ο ήχος του. Είχα κάποιον στο δωμάτιο μέσα που μου φώναξε «Αντώνη τι ακούς; Λίγο φοβητσιάρικο». Ακριβώς. Τρομακτικός ήχος! Ποιότητα. Από τον μάστορα του πενταγράμμου Carlos Viola. Το είχα γράψει και παλαιότερα. Μακάρι να είχε χρήμα στις εταιρείες τέτοιου βεληνεκούς. Απόλυτη ελευθερία. Ορίστε το αποτέλεσμα. Τον Carlos Viola τον γνωρίσαμε σε τίτλους όπως το Pharaonic και το The Last Door με το τελευταίο να αξίζει πραγματικά. Ξεχωρίσαμε το ”La Muerte de los Relinchos” και το ”Arpegios en Ocre”. Μικρά διαμαντάκια τα οποία πλέον κοσμούν το κινητό μου.
Προβλήματα που αντιμετωπίσαμε στο Blasphemous ήταν το γεγονός ότι έπρεπε να απενεργοποιήσουμε το Vsync καθώς δεν μπορούσαμε να κάνουμε βυθίσεις προς τα κάτω με το χαρακτήρα μας. Επίσης δύο φορές ο τίτλος κόλλησε στη κυριολεξία. Μετά από ψάξιμο είδαμε ότι το έπαθαν και άλλοι παίκτες. Κανένα frame drop με το γεγονός των Checkpoint που ήταν αρκετά αραιά και των «ανούσιων» θανάτων, που εμείς φυσικά ευθυνόμασταν, να χαλά το τοπίο.
Εν κατακλείδι το Blasphemous είναι μία σοβαρή προσθήκη στη συλλογή μας (digital για την ώρα αλλά θα σας έχουμε έκπληξη σύντομα με νέα). Ένα game που βαδίζει στα σωστά μονοπάτια των 2D platforms και μας μεταφέρει σε ένα κόσμο σκοτεινό. Αρκετά υψηλός βαθμός δυσκολίας του και σίγουρα όχι για παιδιά κάτω των 18. Ενδιαφέρον σενάριο που ίσως στο μέλλον θα πρέπει η εταιρεία να βρει τρόπους να δίνει μεγαλύτερο βάθος και endings λιγότερο αναμενόμενα. Το gameplay είναι χιλιοπαιγμένο αλλά όχι βαρετό. Τα γραφικά και ο σχεδιασμός του είναι πραγματικά αξιόλογος και σίγουρα μας κέρδισαν με τη διαφορετική σκοπιά που είδε η εταιρεία τα πράγματα. Τέλος, ο μαγευτικός ήχος του παιχνιδιού που ίσως είναι ότι καλύτερο έχουμε δει τελευταία σε εταιρείες τέτοιου βεληνεκούς. Ευχόμαστε καλή συνέχεια στη Game Kitchen και ακόμα καλύτερες επιτυχίες στο μέλλον.
Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!