
To όνομα Bard’s Tale φέρει μία ιστορία στο χώρο των RPG- Dungeon Crawlers από το 1985 που κυκλοφόρησε το πρώτο παιχνίδι. Σε αυτά τα command-based παιχνίδια η προοπτική ήταν πρώτου προσώπου και υποτίθεται ότι η οθόνη ήταν όλο το party μας. Λόγω της μειωμένης τεχνολογικής εξέλιξης της εποχής η κίνηση δεν ήταν ρευστή αλλά από εικόνα σε εικόνα. Ο λόγος που τα αναφέρουμε αυτά είναι διότι το Bard’s Tale IV της Inxile Εntertaiment αποτελεί μία φυσική εξέλιξη με παράλληλη διαφύλαξη της ταυτότητάς του. Αρχικά το Bard’s Tale IV κυκλοφόρησε το 2018 μόνο στο PC αλλά το Bard’s Tale IV Director’s Cut φέρνει, μαζί με τα διάφορα Updates, το παιχνίδι στις κονσόλες PlayStation 4 και Xbox One.
Προτού συνεχίσουμε να αναφέρουμε ότι το Bard’s Tale IV Director’s Cut είναι ένα μη κινηματογραφικό ΑA RPG παιχνίδι με πολλά Puzzles σε Budget τιμή. Οι πρώτες-πρώτες στιγμές μας θέλουν να δραπετεύουμε από τη καινούρια πόλη Skara Brae αφού οι διεφθαρμένες αρχές της κυνηγούν ότι έχει σχέση με το Αdventure Guild, το Guild μας δηλαδή, και έτσι βρίσκουμε καταφύγιο στην πρωτότυπη Skara Brae που βρίσκεται από κάτω της. Οι πρώτες δύο με τρεις ώρες δε θα λέγαμε ότι είναι γοητευτικές λόγω της οπτικής παρουσίασης. Αυτό δεν άργησε να αλλάξει γρήγορα όμως αφού σταδιακά το βάθος του τίτλου ξετυλίχθηκε μπροστά μας.
Η μάχη στο Bard’s Tale IV Director’s Cut είναι Turn Based. Υπάρχουν 2 αντίπαλα στρατόπεδα, με 8 θέσεις το κάθε ένα (4 μπροστά + 4 πίσω). Κάθε γύρος διαρκεί μέχρι να τελειώσουν τα Opportunity Points που είναι ουσιαστικά το πλήθος των ενεργειών που μπορούμε να κάνουμε. Mε αυτά μπορούμε τυπικά να κινήσουμε όποιον θέλουμε σε διπλανή θέση, να πιούμε κάποιο φίλτρο, να επιτεθούμε με κάποια επίθεση η κάποιο άλλο ability. Όλες οι επιθέσεις δεν είναι το ίδιο αφού για παράδειγμα κάποιες στοχεύουν τρία κουτάκια μπροστά μας ενώ άλλες μόνο το πρώτο εχθρό μπροστά. Και κάπου εδώ έρχονται τα πάμπολα Abilities και οι ιδιαιτερότητες των 4 Classes. Με κάθε Class να έχει από 3 έως 5 δέντρα ανάπτυξης και με κάθε χαρακτήρα να κάνει Equip συγκεκριμένο πλήθος από abilities οι συνδυασμοί είναι πάρα πολλοί (21 Classes καυχιέται το παιχνίδι) και το Playstyle αλλάζει δραματικά.
Για να νικήσουμε δεν αρκεί απλά να κάνουμε επίθεση όποτε έχουμε ευκαιρία, κάτι τέτοιο θα λειτουργήσει προς όφελος του εχθρού. Για να νικήσουμε πρέπει να εκμεταλευτούμε τα διάφορα Abilities, τις θέσεις, και να δημιουργήσουμε ευκαιρίες. Αν ακόμα και ο πιο αδύναμος εχθρός απέναντι κάνει Channeling για παράδειγμα τότε πρέπει μέσω Abilities που κάνουν Mental Damage να του το διακόψουμε αφού στον επόμενο γύρο θα εκτελέσει δωρεάν μία πολύ δυνατή επίθεση. Η μάχη στο Bard’s Tale IV είναι πολύ διασκεδαστική, εγκεφαλική χωρίς να κουράζει, και φέρνει αίσθημα επιτεύγματος όταν πετυχαίνουμε κάτι έξυπνο.
Όμως στο Bard’s Tale IV δεν υπάρχει μόνο η μάχη αλλά και ότι άλλο κουβαλάει ένα RPG. Η περιπέτεια για να σταματήσουμε το κακό προτού αυτό πνίξει το κόσμο, τα απλά Quests που μας δίνουν κάποιοι Npcs, αυτά είναι εκεί και αναμενόμενα. Δε θα πρέπει να περιμένουμε όμως το βάθος ούτε τη πολυπλοκότητα άλλων Rpg στο Roleplaying κομμάτι. Το Bard’s Tale IV δε στοχεύει αυτό ούτως η άλλως με τον ανάλαφρο τόνο του. Όλο το κόσμο τον βλέπουμε σε πρώτο πρόσωπο και ποτέ δε βλέπουμε το Party μας να κινείται εκτός από τις καρικατούρες στη μάχη, γεγονός που υποθετικά φέρνει μία μοναξιά. Το Party μας όμως περιστασιακά μιλάει μεταξύ του, διώχνοντας το αίσθημα της μοναξιάς, αν αυτό το αίσθημα έρθει καθόλου. Μάλιστα αίσθηση μας προκάλεσε ότι ακόμα και ο Custom Companion που φτιάξαμε αντάλλαξε κουβέντες με το βασικό χαρακτήρα μας. Οι διάφορες ομιλίες όμως είναι και ενημερωτικού χαρακτήρα: όταν πλησιάζουμε αντιπάλους μεγαλύτερου Level ακούμε αποθαρρυντικά σχόλια (ή ενθαρρυντικά στην αντίθετη των περιπτώσεων).
Στο κόσμο του Bard’s Tale δεν υπάρχουν άλματα και Αction καταστάσεις. Δεν είναι Skyrim και ούτε θέλει να γίνει. Η εμπλοκή στη μάχη γίνεται πλησιάζοντας, αν μπορούμε χωρίς να μας πάρουν χαμπάρι, και πατώντας το κουμπί εμπλοκής. Αν κινούμαστε απερίσκεπτα και ο εχθρός (το Squad του) μας δει πρώτος θα έχει την πρώτη κίνηση στη μάχη και δε το θέλουμε αυτό. Περιβαλλοντικοί γρίφοι και μάλιστα νέοι κάνουν την εμφάνισή τους διαρκώς ως μέρος των Quest και της εξερεύνησης. Κλειδαριές με γρανάζια που πρέπει να μεταφέρουμε την κίνηση (με επιλογή από Options αυτά τα προσπερνάμε), πέτρινοι ογκόλιθοι που σπρώχνουμε σε κατάλληλα σημεία, παγίδες που πρέπει να αποφύγουμε, Light Puzzles και άλλα πολλά. Γρίφοι που δε μας κρατάνε ποτέ το χέρι. Θα σκεφτούμε και θα παρατηρήσουμε. (Οι optional είναι μεγαλύτερης δυσκολίας).
Όλα τα Elven weapons είναι Puzzle weapons όπου με inspect βρίσκουμε κάποιους γρίφους κυριολεκτικά πάνω τους και ξεκλειδώνουμε τα Abilities τους. Μάλιστα εντελώς προαιρετικά υπάρχει ένα είδος Shrine που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το βιβλίο Almanac από το Inventory μας και, εκτός παιχνιδιού, το Code Wheel ώστε να αποκωδικοποιήσουμε τι πρέπει να προσφέρουμε για να λάβουμε την ανταμοιβή μας, μια μικρή αλλά όμορφη προσθήκη.
Γενικά ο τίτλος όμως δε μας κρατάει το χέρι σχεδόν πουθενά εκτός από τα λιγοστά Tutorials στην αρχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα main Quests δεν αναγράφονται ως main και τα αναγνωρίζουμε ακολουθώντας τη ροή της ιστορίας. Δεν πρόκειται όμως για κάτι δύσβατο η κάτι που θα σταματήσει την πρόοδό μας. Η περίπτωση που θα μας βρει αντιμέτωπους με απαγορευτικού Level εχθρούς μας λέει να πάμε κάπου αλλού και αν έρθουμε λίγο αργότερα (Save κάνουμε όποτε θέλουμε).
Τι βάρδοι θα ήμασταν όμως αν δεν ξέραμε τραγούδια; Ακόμα και αν δε διαλέξουμε το Bard Class μετά το Tutorial ο χαρακτήρας μας θα μάθει στο ταξίδι μας αρκετά Mini-τραγούδια εξερεύνησης. Αυτά εξυπηρετούν απλούστατες λειτουργίες όπως να να ρίξουμε ένα ετοιμόρροπο σημαδεμένο τοίχο, να δούμε εχθρούς πίσω από τοίχους, να βρούμε κρυμμένα σεντούκια κτλ. Με αυτά θα επιστρέψουμε σε προηγούμενες περιοχές για αυτά που αφήσαμε πίσω.
Μέσω του Crafting φτιάχνουμε πολύτιμα φαγητά, γάντζους με σχοινιά, Consumables για τις μάχες αλλά και Elven όπλα. Όλα τα παραπάνω από μόνα τους δεν είναι τίποτα το καινοτόμο αλλά σαν σύνολο με τα υπόλοιπα Mechanics δένουν και φέρνουν μία διαρκής και ευχάριστη ποικιλία. Τo Bard’s Tale δεν επαναλαμβάνεται.
Και φτάνουμε στην παρουσίαση του τίτλου που διχάζει. Τα γραφικά του Bard’s Tale IV είναι σε πολλές στιγμές της προηγούμενης γενιάς και θα δούμε πολλά textures χαμηλής ποιότητας. Ειδικά οι πρώτες στιγμές δεν είναι καθόλου κολακευτικές. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι είναι όλα άσχημα, οι κλειστοί του χώροι (πολλά Dungeons) είναι πολύ καλύτεροι και ατμοσφαιρικότατοι. Αυτό που βελτιώνει τη κατάσταση είναι το Artstyle και τα έντονα χρώματα. Ακουστικά η εξαιρετική μουσική επένδυση με το μοναδικό και γεμάτο χαρακτήρα αιθέριο Soundtrack (απλά πατήστε κάπου στη τύχη να ακούσετε) ξεχωρίζει. Αν είχαμε να διαλέξουμε ανάμεσα στα καλύτερα γραφικά και χειρότερη μουσική ή αυτό που είναι τώρα θα διαλέγαμε χωρίς δεύτερη σκέψη αυτό που είναι τώρα. Είναι προφανής η αγάπη που δόθηκε από τον Developer στο κομμάτι της μουσικής επένδυσης με κανονικούς Σκωτσέζους τραγουδιστές.
Το The Bard’s Tale IV Director’s Cut δεν είναι ένα παιχνίδι που εντυπωσιάζει εκ πρώτης όψεως αλλά είναι ένα πολύ ευχάριστο παιχνίδι με βάθος στη μάχη που οι Fans των πιο παραδοσιακών RPG θα το καταευχαριστηθούν για τις 60+ ώρες που διαρκεί περίπου. Μακάρι να βλέπαμε πιο συχνά τέτοια προϊόντα αγάπης έστω και με το ίδιο περιορισμένο Budget. Ο τίτλος βρίσκεται και στο Xbox Game Pass.
Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!