The Persistence

In the Persistence no one can hear you scream.


Αν υπάρχει ένα παιχνίδι που κυριολεκτικά η κοινότητα παρακαλάει να έρθει στο VR αυτό είναι το Alien Isolation με αμέσως πιο κοντινή παράκληση το Dead Space. Υπάρχει κάτι στους κλειστούς σκοτεινούς διαστημικούς σταθμούς που έχουν παράλληλα στοιχεία επιβίωσης και τρόμου, που ταιριάζει γάντι στο VR. Πιθανότατα δεν πάρουμε ποτέ τα 2 παιχνίδια πιο πάνω αλλά ευτυχώς για εμάς η Firesprite (Playroom, Playroom VR), ένα βρετανικό στούντιο με 70 εργαζομένους, μας έφερε το The Persistence: ότι πιο κοντινό μπορούμε να πάρουμε στα Alien Isolation και Dead Space. Το The Persistence είναι ένα γνήσιο Sci-Fi Stealth Survival Horror με πολλά ενδιαφέροντα twists και πετυχημένα ρίσκα που δε θα τα δούμε εύκολα σε ΑΑΑ τίτλο.

Gameplay – Ιστορία
Δίχως να μπω σε spoilers παρά μόνο σε ότι αναφέρεται στις αρχικές στιγμές του παιχνιδιού το αστρόπλοιο, που μεταφέρει μελλοντικούς αποίκους, με το όνομα Persistence βρίσκεται στα πρόθυρα της καταστροφής αφού μεταλλαγμένοι άνθρωποι πλημμυρίζουν τους χώρους του και βρίσκεται στα πρόθυρα εισόδου σε μία μαύρη τρύπα. Ως αξιωματικός ασφάλειας ονόματι Zimri Eder, μας ξυπνάνε με σκοπό να περισώσουμε τόσο το Persistence όσο και τον εαυτό μας.
Για την ακρίβεια όμως εμείς δεν είμαστε πραγματικά εμείς. Εμείς είμαστε ένας κλώνος, μία κόπια, η συνείδηση και η προσωπικότητα ψηφιακά βαλμένες στο ακριβές αντίγραφο του σώματος της πραγματικής Zimri Eder. Και όταν πεθάνουμε στο παιχνίδι, γεγονός που θα συμβεί απλόχερα, μία άλλη κόπια θα πάρει τη θέση μας. Αλλά αυτή τη φορά τα 4 Decks του Persistence δε θα είναι τα ίδια. Το σκάφος θα έχει αλλάξει χώρους και χωροταξία (εξηγείται μέσα στο παιχνίδι) και όλα θα είναι διαφορετικά. Το μόνο που θα είναι ίδιο είναι η πρόοδος μας στα Objectives και τα Upgrades με τα οποία έχουμε εμπλουτίσει το σώμα μας.

Στην πραγματικότητα το the Persistence είναι Procedural Generated και κάθε φορά που παίζουμε θα έχουμε μία νέα εμπειρία για τα δεδομένα του παιχνιδιού. Το κάθε Deck αποτελείται από δωμάτια-χώρους που ενώνονται με πόρτες και εμείς με οδηγό το χάρτη μας προσπαθούμε να πάμε στο Objective μας (ένα σε κάθε ένα από τα 4 Deck) η να εξερευνήσουμε παίρνοντας τη διαδρομή που θεωρούμε βέλτιστη. Με τον όρο βέλτιστη εννοούμε αυτήν που αποτελεί το σχεδόν λιγότερο κίνδυνο για εμάς καθώς κάθε δωμάτιο θα τεστάρει την ικανότητά μας να δημιουργούμε πλάνο αλλά και τη δυνατότητα αυτοσχεδιασμού μας.

Ο λόγος είναι οι περιβαλλοντικές παγίδες αλλά κυριότερα οι μεταλλαγμένοι εχθροί του παιχνιδιού οι οποίοι αδίστακτα θέλουν το θάνατό μας. Υπάρχει ποικιλία αυτών και κάθε ένας θέλει το δικό του τρόπο αντιμετώπισης. Για παράδειγμα το πρώτο είδος εχθρού που συναντάμε, βλέπει και τρέχει προς τα πάνω μας με melee ενώ ένα άλλο ακούει-αφουγκράζεται και οπλοφορεί με άπταιστο σημάδι (ενώ είναι τυφλός!). Υπάρχει ένας  μεταλλαγμένος που κρύβεται ύπουλα και τρέχει πάνω μας μόλις μας δει. Τα κλάματα-ψίθυροι που ακούμε σηματοδοτούνε μία μεταλλαγμένη γυναίκα (Wheeper) που καλά θα κάνουμε να αποφύγουμε αφού σχεδόν οποιαδήποτε ευθεία ενέργεια την αντιλαμβάνεται και τηλεμεταφέρεται σε άλλο σημείο και σε περίπτωση που μας αντιληφθεί πρώτη ο θάνατος μας ψιθυρίζει στο αυτί. Ο BloodHound είναι ένας θωρακισμένος μεταλλαγμένος που πάντα μα πάντα μας ακολουθεί όπου και να πάμε με αργό βηματισμό ανοίγει τις πόρτες και στόχο έχει να μας ρίξει μία και καλή. Οι εχθροί εμφανίζονται σταδιακά στην ιστορία και αν στην αρχή πιστέψουμε ότι είναι εύκολοι (δεν είναι) αφού θα είναι κάποιοι βολικά βαλμένοι να κοιτάνε τον τοίχο, οποιαδήποτε διένεξη με παραπάνω από έναν μπορεί εύκολα να αποδειχτεί σε ντέρμπι. Ειδικά οι πιο προχωρημένοι εχθροί από μόνοι τους αρκούν. Ενας Whisperer και ένας από αυτούς που χρησιμοποιούνε stealth μαζί απαιτούν μεγάλη προσοχή και πλάνο. Αξίζει να τονιστεί ότι οι εχθροί μας ακολουθούν παντού αλλά εκτός από έναν δεν ανοίγουν τις πόρτες.

Φυσικά η δυσκολία αυτή δεν είναι λόγω του ότι είμαστε ανυπεράσπιστοι. Το αντίθετο τελείως: μπορούμε να κινούμαστε σκυφτοί με μειωμένες εκπομπές ήχου (Stealth),  έχουμε ένα φακό με ευτυχώς άπειρη μπαταρία, ένα forcefield στο αριστερό χέρι που λειτουργεί ως ασπίδα, έχουμε ένα μικρής διαρκείας Ιnfravision ώστε να βλέπουμε πίσω από τοίχους και ένα μικρού βεληνεκούς Teleport που χρησιμεύει και ως άλμα.
Εδώ όμως έρχεται ένα από τα πολλά Survival στοιχεία με τη μορφή stamina management: το Forcefield – ασπίδα κρατάει 1 δευτερόλεπτο και έχει και health αλλά και αργό regeneration ενώ το infravision που και αυτό κρατάει ελάχιστο χρόνο μοιράζεται το stamina (Black Matter) με το Teleportation. Η χρήση αυτών είναι συνέχεια αναγκαία  και απαιτητική ως προς τη διαχείριση. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να μην έχεις Black Matter για Infravision και οι εχθροί να πλησιάζουν από γωνίες που δε ξέρεις.

Tο Resource Stamina (Black matter), το Health μας, τo Stealth και το Melee μας αναβαθμίζονται μόνιμα με τη χρήση των Steam Cells (βλαστοκύτταρα), τα οποία τα βρίσκουμε διάσπαρτα στο Deck είτε τα θερίζουμε μέσω του Steam Cell Harverster που είναι και το όπλο που έχουμε πάντα πάνω μας. Άλλα φυσικά μόνο πισώπλατα και σε Stealth. Εκτός από το Steam Cell Harverster υπάρχει μία πληθώρα οπλισμού – gadgets που μπορούμε να αγοράζουμε σε διάφορα σημεία στο σταθμό έναντι credits. Κάθε σημείο πουλάει ένα συγκεκριμένο είδος οπλισμού όπως Melee, Grenades, Weapons, Experimental Gadgets και είναι όλα χρήσιμα. Κάθε όπλο αναβαθμίζεται μόνιμα πολλαπλές φορές μέσω ενός είδους Currency (Erebus tokens) που βρίσκουμε τυχαία και όλα τα όπλα είναι χρήσιμα για ανάλογες περιπτώσεις.

Όμως και πάλι το Survival στοιχείο μας επιτρέπει να αγοράζουμε μόνο ένα όπλο – Gadget ανά κατάστημα καθώς υπάρχει ένα τεχνητό Cooldown. Έτσι απαιτείται να σκεφτούμε καλά τι μας λείπει αφού ένα πιστόλι δεν είναι πάντα χρήσιμο. Το αντίθετο μάλιστα μία χειροβομβίδα που εκπέμπει ήχο, μία χειροβομβίδα βαρύτητας, ένας ορός που παίρνει με το μέρος μας ένα εχθρό, ένα μαχαίρι, το φιαλίδιο μιας χρήσεως σκοτεινής ύλης που κάνει το χρόνο να κυλάει αργά, το φιαλίδιο που μας τηλεμεταφέρει αυτόματα σε ασφαλές σημείο, το gravity gun, τα mini droids που επιτίθενται, … Υπάρχουν πολλά διασκεδαστικά όπλα και κάθε ένα έχει τη χρησιμότητά του και την ευκαιρία του να μας σώσει τη ζωή.
Εκτός από τα όπλα έχουμε και κάποια Εngrams που πέφτουν τυχαία και μας ξεκλειδώνουν ειδικό gear που αγοράζουμε για έξτρα armor, έξτρα stealth, και άλλες πολλές χρήσιμες ιδιότητες αλλά και διάφορα άλλα ανθρώπινα σώματα, που μπορούμε να γίνουμε κλώνοι, τα οποία μας δίνουν έξτρα ιδιότητες!
Όλα τα παραπάνω όπως και τα 3 διαφορετικά currency τα βρίσκουμε στο σκάφος μέσω της εξερεύνησης και πολλές φορές παρακάμπτοντας το Objective του κάθε Deck και εδώ είναι που πρέπει να σκεφτούμε και να πάρουμε το ρίσκο μας:

Αξίζει να περιηγηθώ στην αντίθετη κατεύθυνση ή θα πεθάνω; Αξίζει να ρισκάρω να χάσω τα πάντα που έχω μαζέψει από οπλισμό για να δω τι μπορεί να περιέχει εκείνο το δωμάτιο; Αξίζει τώρα σε αυτή τη ζωή που έχω οπλισμό να πάω να στο δωμάτιο με το μεγάλο Lootbox αν και ξέρω ότι θα έρθει ορδή εχθρών; Ή μήπως να πάω με αυτά που έχω στο κυρίως objective; Θα χρειαστώ να πάω να ψάξω για Health ή θα χάσω και άλλο στη προσπάθεια μου αυτή; Αξίζει να πάω στο  δωμάτιο με το Debris Shield generator;

Κάθε deck που προχωράμε εννοείται ότι ανεβάζει τη δυσκολία εμφανίζει νέους εχθρούς και έχει το δικό του οπτικό προφίλ. Όμως κάθε φορά που χάνουμε (δεν υπάρχει save, ούτε checkpoint), κρατάμε μόνο τις οικονομίες μας, τα ξεκλειδωμένα upgrades και abilities. Χάνουμε όλη πρόοδο και όλη τη γνώση που αποκτήσαμε για το χάρτη και όλα μας τα όλα – Gadgets. Την άλλη φορα θα ξεκινήσουμε από το Deck 1 (εκτός άμα έχουμε βρει τις κάρτες για το teleporter, θυμηθείτε την εξερεύνηση) μόνο με το Steam Cell harvester, όλα θα είναι διαφορετικά και ίσως όχι τόσο ευνοϊκά όσο ήταν αυτή τη φορά. Άλλοι εχθροί, άλλες παγίδες άλλα δωμάτια, άλλη εμπειρία και αν μας μπαίνει ο προβληματισμός ότι λόγω procedural generation θα δούμε τα ίδια και τα ίδια δωμάτια με άλλη σειρά δεν ισχύει κάτι τέτοιο αφού υπάρχει μεγάλη ποικιλία αλλά και οι εχθροί επίσης έχουν τυχαιότητα στο πού και ποιοι εμφανίζονται. Τέλος μπορεί να ακούγεται κουραστικό όλο αυτό αλλά σιγά σιγά γινόμαστε πιο δυνατοί και εξοικειωνόμαστε με το άγνωστο και έχουμε μία ομαλή εμπειρία.

Εκτός από το Campaign που διαρκεί τουλάχιστον 10 ώρες και το πολύ καλό Replay Value του, το The Persistence υποστηρίζει και ένα είδος Co-op με τον άλλο παίχτη να χειρίζεται το “Persistence” μέσω του ειδικού App ώστε να βοηθήσει τον VR παίκτη ή αν χρειαστεί να του κάνει τη ζωή δυσκολότερη με απρόβλεπτους τρόπους. Είναι μία πολύ ωραία προσθήκη που διασκεδάζει αρκεί να βρούμε άλλο συμπαίκτη φυσικά σπίτι μας.

Χειρισμός

Στους χώρους του Persistence κινούμαστε μόνο με το Dualshock και υπάρχουν πολλές ρυθμίσεις για Motion Sickness αλλά όχι Teleportation. Το μόνο αρνητικό είναι η έλλειψη υποστήριξης Move controllers η Aim controller (προς το παρών πάντα). Κάτι που αρχικά είναι λίγο παράξενο αλλά σε λίγη ώρα είναι διαισθητικό είναι ο τρόπος που lootάρουμε, ανοίγουμε τις πόρτες και πατάμε τους διάφορους διακόπτες καθώς αυτό πραγματοποιείται με την όρασή μας χωρίς να πατάμε κανένα κουμπί.

Γραφικά – ήχος

Ίσως πιθανά να το προσέξατε από τα στιγμιότυπα ότι πρόκειται για ένα όμορφο τίτλο (Unreal Engine 4 φυσικά). Αναμφισβήτητα λοιπόν, το The Persistence είναι από τους πιο όμορφους τίτλους του PlayStation VR και υπήρχαν φορές στην αρχή που απορούσα με την ποιότητα. Θα μπορούσα να πω ότι έρχεται μετά το Resident Evil 7 στη ποιότητα των γραφικών. Υπάρχουν και οι μέτριες στιγμές με τα μέτρια textures  βεβαίως αλλά ίσως με κάποιο Patch να βελτιωθούν και αυτά, γιατί όχι; Οι γυαλιστερές μεταλλικές η βερνικωμένες ξύλινες επιφάνειες έχουν αντανακλάσεις σε real time και όλες οι εστίες φωτός δημιουργούν φωτισμό στο περιβάλλον. Το level design που αποτελείται από χώρους που περνάμε από τον ένα στον άλλο μέσω πόρτας κάθε φορά είναι κατάλληλο και θα μάθουμε γρήγορα ότι εκεί λογικά θα υπάρχει ένας αεραγωγός. Κάτι πολύ έξυπνο είναι ότι κάθε πόρτα όταν την πλησιάζουμε χωρίς να την ανοίξουμε, αυτή ανοίγει κάποια μεταλλικά φύλλα και βλέπουμε μέσα το δωμάτιο τι περιέχει ώστε να προετοιμαστούμε.
Ο πλούσιος  ήχος του Persistence είναι ατμοσφαιρικότατος με τα ανατριχιαστικά ηχητικά των εχθρών, την ηχώ των ψιθύρων-κραυγών τους, και τα μέταλλα που τρίζουν γύρω μας και και ουκ ολίγες φορές θα κοιτάξουμε πίσω μας εξαιτίας τους. Η γενική απουσία μουσικής (υπάρχει αλλά σε λίγα σημεία) δεν μου έγινε αντιληπτή παρά μόνο όταν κάθισα να γράψω το review και αυτό γιατί ο ήχος την αντισταθμίζει.

Συνοψίζοντας: Το The Persistence είναι PlayStation VR παιχνίδι που αναδεικνύει το VR μέσο με το ωραίο gameplay του, την προσεγμένη παραγωγή του και τους διάφορους μηχανισμούς του. Σαν Sci-fi Survival Horror τα καταφέρνει να μας κρατάει να θέλουμε να βάλουμε το Headset μέχρι να το τελειώσουμε, περίπου 11 ώρες, αλλά και να το ξαναπαίξουμε αφού διατηρείται νέο και φρέσκο κάθε φορά. Η ατμόσφαιρα του και οι μηχανισμοί του είναι καταπληκτικά και υπάρχει ακόμα και ασύμμετρο Co-op. Στα 30€ είναι ένα παιχνίδι που όλοι οι κάτοχοι PlayStation VR πρέπει να το έχουν ενώ οι μη κάτοχοι που θα το δουν από κοντά θα ζηλεύουν.
Μπράβο Firesrpite!

[vc_row][vc_column width=”1/2″] [/vc_column][vc_column width=”1/2″]

Πλατφόρμα που χρησιμοποιήθηκε για Review: PlayStation VR στο PS4 Pro
Είδος Παιχνιδιού: Sci-fi Survival Horror με Roguelike στοιχεία
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 24/07/2018
Κυκλοφορεί για: PlayStation VR (30€)
Εταιρεία Ανάπτυξης: Firesprite Ltd
Εκδότρια Εταιρεία: Firesprite Ltd

Ευχαριστούμε θερμά την Sony Hellas για τη έγκαιρη παραχώρηση του παιχνιδιού για τις ανάγκες του review.

[/vc_column][/vc_row]

 

Μην μένεις σιωπηλός, σχολίασε και πες την άποψή σου ακριβώς παρακάτω!